Σίσσυ Νίκα Δημοσιογράφος
Η άνοιξη είναι η εποχή που η φύση ξυπνά, ανθίζει αντίστοιχα οι άνθρωποι ερωτεύονται, ξυπνούν τα συναισθήματά τους. Η άνοιξη είναι η εποχή που γεννά τον έρωτα.
Λέγεται ότι οι άντρες μπορεί να ερωτεύονται με τα μάτια και οι γυναίκες με τα αυτιά, ωστόσο ο ερωτευμένος εγκέφαλος ανεξαρτήτως φύλου, έχει χαρτογραφηθεί από τους ειδικούς ως ένας εθισμένος εγκέφαλος. Σύμφωνα μάλιστα με τους επιστήμονες, είναι μύθος ότι όλα τα συναισθήματα πηγάζουν από την καρδιά.
Τις προηγούμενες ημέρες έτυχε να παρακολουθήσω μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη από την φίλη δημοσιογράφο Τάνια Μαντούβαλου στην εκπομπή της «104,9 ΜΥΣΤΙΚΑ ΥΓΕΙΑΣ» με τον Αντώνη Ντακανάλη, καθηγητή Ψυχιατρικής και Ψυχοθεραπείας, ερευνητή του Πανεπιστημίου «Μπικόκα» του Μιλάνου.
Έχουν γίνει πάρα πολλές έρευνες έτσι ώστε να κατανοηθεί τι ακριβώς συμβαίνει στον εγκέφαλο και τη συμπεριφορά των ερωτευμένων ανθρώπων. Τα αποτελέσματα των ερευνών είναι συναρπαστικά.
Ο καθηγητής κ. Α.Ντακανάλης επεσήμανε στην εκπομπή ότι «είμαστε γενετικά προγραμματισμένοι να ερωτευτούμε, εξελικτικά είναι το πιο ωραίο και έξυπνο τέχνασμα της φύσης για να μας βρει ένα ταίρι, έτσι ώστε να διαιωνίσουμε το είδος. Βάσει στατιστικών ερωτευόμαστε πραγματικά 2-3 φορές στη ζωή μας».
Στη συνέχεια στις πολύ ενδιαφέρουσες θέσεις του τόνισε ότι «Οι εγκεφαλικές δομές που ενεργοποιούνται σε όσους είναι ερωτευμένοι ή τρελά ερωτευμένοι, είναι ίδιες με αυτές που ενεργοποιούνται σε όσους είναι εθισμένοι στις ουσίες, και ιδίως στην κοκαΐνη. Ο έρωτας λειτουργεί σαν ένα ναρκωτικό για τον εγκέφαλο, που εθίζει και εγείρει μέσω ντοπαμίνης τα επίμαχα κέντρα ανταμοιβής. Δηλαδή, εκείνες τις δομές που μας κάνουν να νιώθουμε ευχαρίστηση, ενθουσιασμό και απόλαυση. Αλλά και η συμπεριφορά του ερωτευμένου μοιάζει με εκείνη του εθισμένου.
Ο ερωτευμένος άνθρωπος αλλάζει τις προτεραιότητές του, εστιάζει υπερβολικά και αφιερώνει πάρα πολύ χρόνο στο αντικείμενο του πόθου του. Το εξιδανικεύει και αυτό αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες παγίδες του έρωτα.
Όταν μάλιστα δεν συναντά το «αντικείμενο του πόθου του» παθαίνει σύνδρομο στέρησης και είναι έτοιμος να κάνει τα πάντα για να πάρει τη «δόση» του έρωτα του, που βέβαια πολλές φορές αυτή η δόση δεν προκαλεί μόνο απόλαυση, αλλά και πόνο».
Για όλα φταίει η γνωστή ορμόνη, η σεροτονίνη που εντοπίζεται και στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και μας κάνει να σκεφτόμαστε συνέχεια τον άλλoν. Η έλλειψη της προκαλεί τη ζήλια, που είναι αρνητικό συναίσθημα.
Τι σημαίνει όμως η φράση «έχουμε χημεία» που όλοι λίγο πολύ χρησιμοποιούμε, για τους επιστήμονες;
«Έχουμε δει ερευνητικά ότι στον οργανισμό παράγονται κάποιες ουσίες που παίζουν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία του συναισθήματος, και του ερωτικού συναισθήματος. Επιστημονικά εμείς διαπιστώνουμε δύο φάσεις: η πρώτη φάση είναι ο έρωτας και η δεύτερη είναι η αγάπη, που μπορεί να έρθει, μπορεί και να μην έρθει. Αυτές οι δύο φάσεις κυβερνώνται από συγκεκριμένους ουσίες.
Στην πρώτη φάση, που είναι η φάση της έλξης και του έρωτα τα επίπεδα της αδρεναλίνης και της κορτιζόλης εκτοξεύονται στο αίμα και αυτό εξηγεί γιατί ιδρώνουμε, κοκκινίζουμε, αισθανόμαστε τα γόνατα μας κομμένα όταν πλησιάζουμε τον άνθρωπο με τον οποίο είμαστε ερωτευμένοι, χτυπάει η καρδιά μας κλπ. Όχι μόνο η παρουσία, αλλά ακόμα και η ιδέα του άλλου, είναι ικανή να ενεργοποιήσει ολόκληρο το σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου, το οποίο πλημμυρίζει με ουσίες όπως η ντοπαμίνη και η σεροτονίνη, όταν είμαστε ερωτευμένοι. Αυτές οι δύο ουσίες προκαλούν κυρίως τον ενθουσιασμό.
Η ντοπαμίνη είναι η ουσία που ξυπνά και κινεί το ερωτικό πάθος και μάλιστα η αίσθηση της ηδονής είναι συνάρτηση της ποσότητας ντοπαμίνης που παράγει ο οργανισμός. Η σεροτονίνη που είναι η ίδια ουσία που βρίσκουμε και στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, είναι αυτή που μας κάνει να σκεφτόμαστε συνέχεια τον άλλον. Η έλλειψη της μάλιστα πυροδοτεί τη ζήλεια και τις εμμονές στο ζευγάρι».
Στην ερώτηση της συναδέλφου αν είμαστε γενετικά προγραμματισμένοι για να ερωτευθούμε; Ποια η συχνότητα και ίσως ποια είναι η διάρκεια; Πόσο όμως γενετικά προκαθορισμένη είναι η απιστία; Ο καθηγητής απάντησε.
« Ο έρωτας έχει χρονική διάρκεια. Μπορεί να διαρκέσει από 6 μήνες έως 2 ½ χρόνια. Μετά περνάμε στη φάση της αγάπης, που εμείς της λέμε φάση της προσκόλλησης.
Σε αυτή την φάση υπάρχουν δύο σημαντικές ουσίες: η ωκυτοκίνη και η βαζοπρεσσίνη. Η πρώτη είναι η ορμόνη της αγάπης και εκκρίνεται σε στιγμές της οικειότητας, όταν το ζευγάρι αγκαλιάζεται, όταν κοιτάζεται στα μάτια για πολλή ώρα και φυσικά κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής. Είναι η ίδια ορμόνη που εκκρίνεται κατά το θηλασμό και συμβάλλει στο να δημιουργηθεί δεσμός μεταξύ μάνας και παιδιού.
Η βαζοπρεσσίνη πάλι δεσμεύει ακόμη περισσότερο το ζευγάρι και θεωρείται ότι έχει κάποιο ρόλο στην ερωτική αφοσίωση και στην πίστη.
Έρευνες που έχουν γίνει τα τελευταία 3 χρόνια δείχνουν ότι μια γενετική διαφοροποίηση σε έναν υποδοχέα της βαζοπρεσσίνης έχει συσχετιστεί με το φόβο της δέσμευσης και την απιστία».